Πέμπτη 11 Φλεβάρη. …Είναι η ύστατη επίθεση του ιού πριν την τελική νίκη του εμβολιασμού!… Μ’ αυτήν την επική φράση, αντάξια του “έπους της αλβανίας” (ή μήπως της επανάστασης του ’21;), ο ρημαδοπρωθυπουργός προσπάθησε τις προάλλες να εμψυχώσει το στράτευμα των υπηκόων του (για τον γνωστό “πόλεμο κατά του αόρατου εχθρού”). Δεν θα αναρωτηθούμε αν το team των λογογράφων του έχει σχέση με το team των λογογράφων του βασιλιά Macron (ονόματα δεν λέμε, οικογένειες δεν θίγουμε!). Θα πούμε όμως, με πλήρη επίγνωση της περιθωριακότητάς μας: είναι αξιολύπητος.
Κι ωστόσο τα κίνητρά μας δεν είναι ούτε ταπεινά ούτε στείρα αντιπολιτευτικά! Στο παγκόσμια ασήμαντο ελλαδιστάν μια παγκόσμια ασήμαντη πολιτική βιτρίνα μπορεί να είναι (και είναι) η μικρογραφία ενός φαινομένου που σε μεγαλύτερη κλίμακα φτάνει ως τις Βρυξέλες· ως την “οτι-πιο-κοντά-σε-πρωθυπουργό-διαθέτει-η-ε.ε.” κυρία Ursula von der Leyen: οι δυτικές πολιτικές βιτρίνες ραγίζουν κάτω απ’ το βάρος της διαχείρισης της υγιεινιστικής τρομοεκστρατείας που τόσο αγάπησαν, και δεν διανοούνται να πουν το γιατί…
Δεν είναι μυστικό (και το παρουσιάσαμε κάποτε αναλυτικά στο χάρτινο Sarajevo): ένας ορισμένος μετασχηματισμός των κρατικών δομών απ’ την δεκαετία του ’80 κιόλας, σήμαινε την μεταφορά κρίσιμων «συμβουλευτικών» αρμοδιοτήτων σχετικών με την διακυβέρνηση σ’ ένα σώμα τεχνο-γραφειοκρατών, ανάλογο (ως προς την οργανική του θέση) των μάνατζερ στις επιχειρήσεις. Θα μιλούσαμε για ένα είδος «καταμερισμού κυβερνητικής εξουσίας» όπου οι «ειδικοί» (διαφόρων ειδών, ανάλογα με τις περιστάσεις), δρώντας σαν «σύμβουλοι» αναλάμβαναν να δίνουν επιστημονικό κύρος και βάρος σε κάθε αντι-εργατική (ή και αντι-κοινωνική) κυβερνητική απόφαση υπηρετούσε συμφέροντα των αφεντικών.
Δεν αναφερόμαστε σε κάτι καινούργιο. Επειδή το ελλαδιστάν είναι μικρό χωριό οι ταδε-λόγοι διαφόρων ειδικοτήτων αναδύονταν τακτικά στις οθόνες της μαζικής εξαχρείωσης, άλλοτε σαν πρωταγωνιστές και άλλοτε σαν γλάστρες, πάντα πεινασμένοι για την δημοσιότητα που θεωρούσαν ότι τους στερούσε η αφοσίωση στην «επιστημονική» καριέρα τους… Τελευταία θεαματική περίπτωση οι οικονομο-λόγοι στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ’10… Σταρ της οθόνης ή των πλατειών…
Η τεχνο-γραφειοκρατία, άλλοτε με την μορφή «ειδικών συμβούλων» και «συνεργατών» και άλλοτε με την μορφή «think tanks» (και δημαγωγών) έχει ηλικία δεκαετιών σαν το-βάθος-της-σκηνής, πίσω απ’ τις πολιτικές βιτρίνες. Είναι όμως τώρα, με αφορμή τον τσαχπίνη, που η «ιατρική» (και η πληροφορική: «μοντέλα»…) φράξιά της έκανε ένα βήμα μπροστά. Για να εμφανιστεί όχι πίσω αλλά δίπλα στις πολιτικές βιτρίνες.
Είναι μια σχέση περίεργη (που έχει σοβαρές πιθανότητες να αποδειχθεί μεταβατική), σχέση έντονη όχι μόνο στο ελλαδιστάν αλλά και σε καθώς πρέπει κράτη, όπως το γερμανικό, το αγγλικό, το αμερικανικό, ή το ισπανικό. Υποτίθεται πως οι «ειδικοί» εισηγούνται στις πολιτικές βιτρίνες· όπως έκαναν πάντα. Όμως τώρα δεν το κάνουν αθόρυβα. Το κάνουν επί της οθόνης, μπροστά στους έντρομους ή βαριεστημένους υπηκόους. Μ’ αυτόν τον τρόπο, de facto, διεκδικούν (και απολαμβάνουν) αν όχι την τυπική αρμοδιότητα σίγουρα την αύρα της πολιτικής εξουσίας. Ενώ δεν είναι εκλεγμένοι (άρα δεν είναι καν «αντιπροσωπευτικοί» σύμφωνα με τους κανόνες των ολιγαρχικών πολιτευμάτων) επιδιώκουν την κατοχύρωση του star του θεάματος· ακριβώς εκείνου του είδους που απολαμβάνουν όλοι οι star. Σε αντίθεση, όμως, με τους υπόλοιπους, εκφέρουν κατηγορηματικά απόψεις για τις ζωές των υπηκόων· κυβερνούν έμμεσα αλλά καθαρά σαν «αυτοί που ξέρουν». (Ξεράδια ξέρουν!) Κάποιοι διεθνώς μιλούν ήδη για τεχνο-γραφειοκρατική δικτατορία.
Όπως κι αν ονομαστεί αυτή η εξέλιξη, ο παραδοσιακός ρόλος της πολιτικής βιτρίνας στενεύει· ως το σημείο της θραύσης της. Τι δουλειά κάνουν στις συνθήκες της συγκεκριμένης τρομοεκστρατείας οι εκλεγμένοι «εκπρόσωποι του λαού»; Είναι, άραγε, οι υπεύθυνοι τύπου των «ειδικών»; Μπορούν να αποφασίσουν οτιδήποτε παρακάμπτωντάς τους; Είναι εκείνοι που προορίζονται να φάνε το ξύλο; Είναι λογοτέχνες, θεατρίνοι, απατεώνες, ταχυδακτυλουργοί που η μαύρη μοίρα τους τους ξέβρασε σε άγνωστη αλλά βραχώδη ακτή / εποχή;
Το ερώτημα γίνεται ακόμα πιο κωμικοτραγικό σε περιπτώσεις σαν του ρημαδοΚούλη. Το προσόν του ανδρός ήταν / είναι η εμπειρία του στο μανατζεριλίκι. Φιλόδοξο και άχρηστο ταυτόχρονα σε μέρη σαν το ελλαδιστάν που ποτέ δεν ήταν επιχείρηση αλλά μάλλον ήταν / είναι κερκίδα – κι ο νοών νοείτω. Ένας μάνατζερ νοιώθει φυσιολογική συμπάθεια σε άλλους «ειδικούς» – αλλά πως να σταθεί στη θέση του όταν τους υπηρετεί κιόλας χρεωνόμενος (σαν κυβερνητική εξουσία) την ποζεράδικη άγνοια και έπαρσή τους;
Έτσι φτάνουμε σ’ αυτό το κυβερνολαχάνιασμα, στη σπασμωδικότητα, στις γκέλες πάνω σε γκέλες. Την ώρα που η τεχνο-γραφειοκρατία γίνεται ανοικτά πολιτική (με την έννοια της τεχνικής της εξουσίας) η παραδοσιακή πολιτική ζαρώνει αποκαλύπτωντας τα απόκρυφά της: τον καιροσκοπισμό της. Αλλά η «ειδικοί» έχουν εξασφαλισμένο έδαφος υποχώρησης όσο ζορίζουν τα πράγματα: δεν αποφασίζουμε εμείς (θα πουν). Και θα δείξουν τους διπλανούς τους, «αυτούς που κυβερνούν».
Δεν είναι αξιολύπητη αυτή η θέση; Να παριστάνεις τον στρατηγό αλλά η τύχη σου να εξαρτιέται απ’ τον οιωνοσκόπο με τα «μοντέλα»; Καταλήγεις στα επικολυρικά, του είδους είναι η ύστατη επίθεση του εχθρού πριν τον τσακίσουμε!!!
Του εχθρού; Ποιός είναι;